H εφαρμογή της CBT ως μεθόδου Ψυχοθεραπευτικής προσέγγισης
Η CBT ανταποκρίνεται και προσαρμόζεται στις απαιτήσεις και δυσκολίες της σύγχρονης πραγματικότητας. Ο ψυχοθεραπευτής γίνεται «συνοδοιπόρος» σε ένα «ταξίδι» αυτογνωσίας και αυτοβελτίωσης του θεραπευόμενου καθοδηγώντας τον να αποκτήσει νέους «ορίζοντες» δηλαδή νέες οπτικές γωνίες αντιμετώπισης και διαχείρισης δυσλειτουργικών ζητημάτων.
Ο κάθε άνθρωπος έχει διαφορετική προσέγγιση των πραγμάτων και των ερεθισμάτων. Στόχος της θεραπείας είναι να δοθεί μια εξατομικευμένη ευελιξία στην αντιληπτική ικανότητα του θεραπευόμενου με στόχο μια πιο ρεαλιστική και προσαρμοστική αντιμετώπιση των δυσλειτουργικών σκέψεών του.
Η CBT βασίζεται στην υπόθεση ότι τα συναισθήματα, οι συμπεριφορές και οι σωματικές αντιδράσεις των ανθρώπων επηρεάζονται από την προσωπική αντίληψη των γεγονότων.
Τα γεγονότα ή οι καταστάσεις δεν καθορίζουν από μόνα τους το πώς αισθανόμαστε αλλά ο τρόπος με τον οποίο ερμηνεύουμε και αποδίδουμε νόημα σε κάθε κατάσταση. Ανακαλώντας τις αυτόματες σκέψεις μας, βιώνουμε περισσότερο τα συναισθήματα που έρχονται ως αποτέλεσμα των σκέψεων αυτών, παρά τις ίδιες τις σκέψεις μας. Οι αυτόματες σκέψεις είναι σε κάποιο βαθμό διαστρεβλωμένες, ανεξαρτήτως αν υπάρχουν αντικειμενικές αποδείξεις για το αντίθετο. Το γνωστικό μοντέλο βασίζεται στο γεγονός, ότι είμαστε ελάχιστα ενήμεροι για τις αυτόματες σκέψεις, αλλά με προσπάθεια και εξάσκηση μπορούμε εύκολα να τις ανασύρουμε στην συνείδησή μας. Παράλληλα με την ανάκληση των μη συνειδητών αυτών σκέψεων, μπορούμε να κάνουμε έναν έλεγχο της πραγματικότητας με την προϋπόθεση ότι αυτό το γεγονός δεν θα προκαλέσει κάποια έντονη ψυχική δυσφορία. Επιπλέον, ο στόχος της CBT είναι να διδάξει στο θεραπευόμενο τα εργαλεία για την αξιολόγηση των αυτόματων σκέψεων, με ένα συνειδητό και δομημένο τρόπο, ειδικά σε περιπτώσεις που υπάρχει συναισθηματική αναστάτωση. Αυτό καθιστά τον θεραπευόμενο ικανό να αναπτύσσει κάθε φορά νέους προσαρμοστικούς τρόπους διαχείρισης των καταστάσεων.
«ΕΔΩ & ΤΩΡΑ»
Η προσέγγιση της CBT εστιάζει κυρίως στο τι συμβαίνει στο παρόν. Οι κύριες ανησυχίες μας δηλαδή αφορούν τις διαδικασίες που διατηρούν το πρόβλημα στο παρόν παρά τις διαδικασίες που μπορεί να έχουν οδηγήσει στην ανάπτυξη του προβλήματος χρόνια πριν.
Το γνωστικό μοντέλο προτείνει ότι ο δυσλειτουργικός τρόπος σκέψης (που επηρεάζει το συναίσθημα και τη συμπεριφορά του ατόμου) είναι ένα κοινό στοιχείο σε όλες τις ψυχολογικές διαταραχές. Όταν οι άνθρωποι μαθαίνουν να αξιολογούν τις μη συνειδητές αυτόματες σκέψεις τους με ένα πιο ρεαλιστικό και προσαρμοστικό τρόπο βιώνουν βελτίωση στο συναίσθημα και τη συμπεριφορά τους. Η παρέμβαση έγκειται στο γεγονός ότι ο θεραπευτής θέτει ξεκάθαρους και συγκεκριμένους θεραπευτικούς στόχους προκειμένου να προσδιορίσει τα αιτήματα με συμπεριφοριστικούς όρους, και με στόχο την αλλαγή της συμπεριφοράς.
Πηγές
Beck, J. S. (2016). Εισαγωγή στην γνωστική συμπεριφορική θεραπεία. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη.
Westbrook, D., Kennerley, H., & Kirk, J. (2011). An Introduction to Cognitive Behavior Therapy: Skills and Applications. (2nd ed.) Sage Publications Inc.